17 02.2015

Η πολιτική εκμετάλλευση της αρχαιολογίας από το ισραηλινό κράτος: η περίπτωση της Σιλουάν

Δημοσιεύτηκε στην κατηγορία Αναδημοσιεύσεις
16 Φεβρουαρίου 2015 

Silwan
Ανασκαφή δίπλα στο θεματικό πάρκο εβραϊκής ιστορίας Πόλη του Δαβίδ, στην παλαιστινιακή
γειτονιά Σιλουάν, στην κατεχόμενη Ανατολική Ιερουσαλήμ (AFP/Hazem Bader)

Η αρχαιολογία είναι η επιστήμη που έχει ως αντικείμενο τον εντοπισμό, την καταγραφή και τη μελέτη των υλικών καταλοίπων του απώτερου ή πιο πρόσφατου παρελθόντος με σκοπό την κατανόηση και την ερμηνεία των κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών δομών των προγενέστερων πολιτισμών. Η πολιτική και ιδεολογική εκμετάλλευση των αρχαιολογικών ερευνών και πορισμάτων αποτελεί φαινόμενο κοινό σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Είτε για ψηφοθηρικούς λόγους, είτε για τον αποπροσανατολισμό των πολιτών από τα υπαρκτά τους προβλήματα, είτε για την προώθηση εθνικιστικών τάσεων, είτε ακόμη για την ενίσχυση της διπλωματικής θέσης μιας χώρας στο γεωπολιτικό της περιβάλλον, η πολιτική χρήση της αρχαιολογίας διαστρεβλώνει τη λειτουργία της, παραβιάζει το σκοπό της και την υποβιβάζει σε εργαλείο χειραγώγησης των λαών. Το τρίτο θύμα σε αυτή τη διαδικασία, μετά την αρχαιολογική επιστήμη και τους λαούς, είναι συχνά η ίδια η ιστορική αλήθεια.

Στην υπό ισραηλινή κατοχή Παλαιστίνη η πολιτική χρήση της αρχαιολογίας εκδηλώνεται με ποικίλους τρόπους, από τη στυγνή καταστροφή ισλαμικών -και όχι μόνο- μνημείων μέχρι τη σφοδρή εναντίωση από την πλευρά του Ισραήλ στην ένταξη της Παλαιστίνης στην UNESCO καθώς αυτή θα έθετε τον πολιτιστικό της πλούτο υπό την προστασία του Οργανισμού, εκτός του ότι πιθανώς συνιστά ένα πρώτο βήμα για την αναγνώρισή της ως ανεξάρτητου κράτους. Θυμίζουμε στο σημείο αυτό ότι στις 31 Οκτωβρίου 2011 η Γενική Συνέλευση της UNESCO ενέκρινε την ένταξη της Παλαιστίνης ως πλήρους μέλους στον Οργανισμό με 107 ψήφους υπέρ, 14 κατά (μεταξύ των οποίων Ισραήλ και ΗΠΑ) και 52 αποχές.

Από την πρώτη κιόλας μέρα της ίδρυσής του το ισραηλινό κράτος επεδίωξε να μετατρέψει την αρχαιολογία σε μέσο επιβεβαίωσης της ίδιας της ύπαρξής του. Και αυτό επειδή, όπως χαρακτηριστικά έχει πει ο καθηγητής αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ Israel Finkelstein «υπήρχε από την αρχή η ανάγκη να δοθεί κάτι στους [Εβραίους] μετανάστες, σε αυτό το ετερόκλητο μείγμα… κάτι να τους συνδέσει με τη γη, με την ιστορία, με κάποιου είδους κληρονομιά».

Το θέμα είναι ανεξάντλητο. Στο παρόν κείμενο θα περιοριστούμε σε μία συνοπτική παρουσίαση της μεθόδου με την οποία τα ανασκαφικά ευρήματα από τη Σιλουάν της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, την πιο εκτεταμένα ανεσκαμμένη περιοχή όλης της ιστορικής Παλαιστίνης, χρησιμοποιούνται για τη δικαιολόγηση και την επέκταση του ισραηλινού εποικισμού και τη συνακόλουθη εκδίωξη των Παλαιστινίων κατοίκων της.

silwan-protests

Σύμφωνα με στοιχεία του 2014 στη Σιλουάν, που εκτείνεται στα νοτιοανατολικά της Παλιάς Πόλης της Ιερουσαλήμ, κατοικούν σχεδόν 50.000 Παλαιστίνιοι καθώς και 90 οικογένειες Ισραηλινών εποίκων (500 άτομα συνολικά) που άρχισαν να εγκαθίστανται εκεί από τη δεκαετία του ’90. Οι αρχαιολογικές έρευνες που διεξάγονται εδώ και αρκετά χρόνια στην περιοχή έχουν φέρει στο φως ευρήματα που χρονολογούνται από την Εποχή του Χαλκού μέχρι τη Ρωμαϊκή. Το 2005 η αρχαιολόγος Eliat Mazar ανακάλυψε τμήματα λιθόκτιστων τοίχων τους οποίους τοποθέτησε χρονικά στον 10ο αι π.Χ. και για τους οποίους διατύπωσε την άποψη ότι ανήκουν σε κτίριο που ταυτίζεται με το ανάκτορο του βασιλιά Δαβίδ. Ωστόσο, πολλοί συνάδελφοι της Mazar, ανάμεσά τους και ο καθηγητής Israel Finkelstein, διαφώνησαν ευθέως τόσο με τη χρονολόγηση όσο και με την ερμηνεία της, υποστηρίζοντας ότι οι σωζόμενοι τοίχοι ανήκουν σε περισσότερα από ένα κτίρια και χρονολογούνται εν μέρει σε πολύ νεώτερη εποχή, στον 2ο-1ο αι π.Χ. (ελληνιστικά χρόνια).

Ο καθηγητής Ίσραελ Φίνκελσταϊν

Ο Finkelstein δήλωσε χαρακτηριστικά: «Η Βίβλος και όχι η αρχαιολογία κυριαρχούν σε αυτήν την ανασκαφή. Αν η Mazar δεν ερμήνευε κυριολεκτικά το βιβλικό κείμενο ποτέ δεν θα χρονολογούσε τα ευρήματά της στον 10ο αι π.Χ». Το 2010, η Mazar ανακοίνωσε την ανακάλυψη στη Σιλουάν και τμήματος αρχαίων οχυρώσεων που επίσης χρονολόγησε στον 10ο αι π.Χ. Και πάλι τα συμπεράσματά της θεωρήθηκαν βιαστικά και αρκετά προβληματικά από άλλους ειδικούς όπως ο Aren Maeir, καθηγητής αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Bar Ilan, που μίλησε για «έλλειψη αποδείξεων» και θεώρησε εντελώς αβάσιμη την άποψη που διατύπωσε η ανασκαφέας σύμφωνα με την οποία η οχύρωση αυτή «αποτελεί το πιο σημαντικό κτίσμα που έχουμε από τα χρόνια του Πρώτου Ναού του Ισραήλ… σημαίνει ότι εκείνη την εποχή κυριαρχούσε στην Ιερουσαλήμ ένα καθεστώς ικανό να υλοποιήσει ένα τέτοιο έργο».

Οι ανασκαφές στη Σιλουάν διεξάγονται υπό την επίβλεψη του Υπουργείου Πολιτισμού του Ισραήλ με εν μέρει χρηματοδότηση από το 1997 και μετά από το ίδρυμα Ir David που, όπως μας ενημερώνει στην ιστοσελίδα του, «είναι αφοσιωμένο στη διατήρηση και ανάπτυξη της βιβλικής Πόλης του Δαβίδ». Το ίδρυμα αυτό αποτελεί και τον φορέα διαχείρισης του αρχαιολογικού χώρου. Στις οργανωμένες ξεναγήσεις που παρέχει στους περίπου 400.000 επισκέπτες το χρόνο είναι εμφανέστατη η εκμετάλλευση των ευρημάτων για την προώθηση της ισραηλινής πολιτικής ατζέντας. «Για 2.000 χρόνια η πόλη πέρασε από διάφορα χέρια. Αλλά ο Εβραϊκός λαός ποτέ δεν ξέχασε την αιώνια πρωτεύουσά του…3.000 χρόνια μετά τον βασιλιά Δαβίδ επιστρέψαμε στο λόφο όπου όλα ξεκίνησαν» θα ακούσει κανείς στο βίντεο διάρκειας λίγων λεπτών που προβάλλεται. Καμία αναφορά δεν γίνεται κατά την ξενάγηση στην παλαιστινιακή ιστορία της Σιλουάν και της Ανατολικής Ιερουσαλήμ γενικότερα, οι χιλιάδες Παλαιστίνιοι κάτοικοί της παραμένουν αόρατοι για τους επισκέπτες και όλη η προσοχή στρέφεται γύρω από τα ευρήματα που το ισραηλινό κράτος θέλει να παρουσιάσει ως τον συνδετικό κρίκο μεταξύ του αρχαίου ιουδαϊκού βασιλείου και της σύγχρονης εβραϊκής παρουσίας στην περιοχή. Μόνο που μεταξύ αυτών των δύο “κρίκων” μεσολαβούν πολλοί αιώνες ιστορικού βίου που για τους διοργανωτές των ξεναγήσεων και το ίδιο το ισραηλινό κράτος απλώς δεν υπάρχουν! Ακόμη και τα σπουδαία ευρήματα της Ρωμαϊκής περιόδου (δημόσια κτίρια, υποδομές ύδρευσης, ιδιωτικές κατοικίες και επαύλεις, οδοί) υποβαθμίζονται σε μεγάλο βαθμό

Το ίδρυμα Ir David έχει επίσης διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην παρουσία εποίκων στη Σιλουάν, συμβάλλοντας στην επίσημη ισραηλινή εποικιστική πολιτική, κατά παράβαση του Διεθνούς Δικαίου που απαγορεύει σε κατοχικές δυνάμεις τη μεταφορά δικού τους άμαχου πληθυσμού σε κατεχόμενα από αυτές εδάφη και κατατάσσει τον εποικισμό στα εγκλήματα πολέμου (βλ. ενδεικτικά 4η Συνθήκη της Γενεύης και Καταστατικό της Ρώμης για την ίδρυση του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου). Το ίδρυμα Ir David αποτελεί τον ιδιοκτήτη πολυάριθμων κτιρίων στην περιοχή τα οποία ενίοτε καταλαμβάνει με τη βία με σκοπό την εγκατάσταση σε αυτά Ισραηλινών εποίκων. Στα τέλη Σεπτεμβρίου 2014 η εισβολή εποίκων σε 23 κατοικίες στη Σιλουάν και η συνακόλουθη έξωση των νόμιμων ενοίκων τους οδήγησε σε πολυήμερες συγκρούσεις των Παλαιστινίων της περιοχής με τον ισραηλινό στρατό και τους εποίκους. Επιπροσθέτως, την ίδια στιγμή που στους Παλαιστίνιους δεν χορηγούνται οικοδομικές άδειες ούτε καν για προσθήκη ορόφου ή επισκευές, πόσο μάλλον για ανέγερση καινούριου κτιρίου, και ενώ μάλιστα οι κατοικίες τους κινδυνεύουν ανά πάσα στιγμή από αυθαίρετες, εξωδικαστικές κατεδαφίσεις, το ίδρυμα Ir David έχει κατασκευάσει και νέα κτίσματα για τις στεγαστικές ανάγκες των Ισραηλινών εποίκων σε μια προσπάθεια να μεταβάλλει βαθμιαία τον δημογραφικό χαρακτήρα της περιοχής.

Ο καθηγητής αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ Rafi Greenberg το έχει διατυπώσει με σαφήνεια: «Το Ισραήλ χρησιμοποιεί την αρχαιολογία ως ένα από τα όπλα του σε αυτόν τον πόλεμο για τη γη προκειμένου να επεκτείνει την εβραϊκή παρουσία στην Ιερουσαλήμ, ιδιαίτερα στη Σιλουάν».

Όλα τα παραπάνω καταδεικνύουν ότι το ισραηλινό κράτος, με εργαλείο τα αρχαιολογικά ευρήματα στη Σιλουάν και παρά τη διαφωνία των ειδικών όσον αφορά τη χρονολόγηση και την ερμηνεία ορισμένων από αυτά, επιδιώκει:

1) την προβολή της Ιερουσαλήμ ως “αιώνιας [και αδιαίρετης] πρωτεύουσας” του εβραϊκού λαού, παραγνωρίζοντας το πάγιο αίτημα των Παλαιστινίων αλλά και μεγάλου μέρους της παγκόσμιας κοινότητας για αναγνώριση της Ανατολικής Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του μελλοντικού Παλαιστινιακού κράτους,

2) την ηθική και πολιτική νομιμοποίηση της ισραηλινής εποικιστικής δραστηριότητας στην περιοχή αλλά και ευρύτερα στη Δυτική Όχθη που συνδυάζεται με το σταδιακό εκτοπισμό των Παλαιστινίων από τα πατρογονικά τους εδάφη,

3) την υποβάθμιση των εγκλημάτων που διαπράττονται από τους εποίκους σε βάρος των Παλαιστινίων όχι μόνο στη Σιλουάν αλλά σε όλη την κατεχόμενη Δυτική Όχθη με την αναμφισβήτητη συνενοχή του ισραηλινού στρατού (θανάσιμες επιθέσεις και τραυματισμοί, καταστροφές ή κατασχέσεις περιουσιών, καταστροφές υποδομών κλπ).

Yonathan Mizrahi

Ολοκληρώνοντας, παραθέτουμε τoν ιδιαίτερα γλαφυρό σχολιασμό του Yonathan Mizrahi, αρχαιολόγου και συνιδρυτή της οργάνωσης Emek Shaveh που εξετάζει τη συμβολή της αρχαιολογίας στην ασκούμενη ισραηλινή πολιτική: «Ακόμη κι αν βρίσκαμε μια εβραϊκή επιγραφή “Καλώς ήρθατε στο ανάκτορο του βασιλιά Δαβίδ” αυτό δεν θα δικαιολογούσε τις πολιτικές που ακολουθούνται. Οι κάτοικοι της Σιλουάν και οι πρόγονοί τους ζουν εδώ για εκατοντάδες χρόνια και τα δικαιώματά τους δεν μπορούν να αγνοηθούν. Κάθε φορά που ένα χριστιανικό εύρημα έρχεται στο φως στο Ισραήλ θα έπρεπε ο χώρος να αποδοθεί στο Βατικανό και οι Ισραηλινοί κάτοικοι να εκδιωχθούν;»

Νικολέττα Κίτσου

Πηγές: Al Jazeera, MEMO, ISN Eth Zurich , Jonathan Cook, Electronic Intifada, Maan, MEMO, B’Tselem, Savage Minds, Emek Shaveh

αναδημοσίευση από  /intifadagr.wordpress
Τελευταία ενημέρωση Τρίτη, 17 Φεβρουάριος 2015 16:09